Από την Δέσποινα Κοσμοπούλου
Υποψήφια Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Το Κύκνειο Άσμα του Τσέχωφ θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της δραματουργίας του Ρώσου συγγραφέα αλλά και της θεατρικής παραγωγής. Έργο ρεπερτορίου, το Κύκνειο Άσμα είναι γραμμένο για δύο πρόσωπα, τον ηλικιωμένο ηθοποιό που δίνει την τελευταία του παράσταση και έναν υποβολέα, τον «μάρτυρα της μνήμης», τον άνθρωπο δηλαδή που συμπορεύθηκε μαζί του στις μεγάλες επιτυχίες της καριέρας του.
Ωστόσο, στην διασκευή της Μαρίκας Θωμαδάκη, που σκηνοθετεί την παράσταση, το πρόσωπο του υποβολέα παραλείπεται ως φυσική οντότητα: στη θέση του εμφανίζεται η απεύθυνση του κεντρικού ήρωα, υπό μορφήν φαντασιακής παρουσίας. Μολαταύτα, η σκηνοθεσία της κ. Μαρίκας Θωμαδάκη αναδεικνύει όλο το φάσμα και το εύρος της νατουραλιστικής αισθητικής, η οποία προτείνεται μέσα από την παράσταση του ενός και μόνο, εν τοιαύτη περιπτώσει, ηθοποιού Μάριο Χατζησάββα.
Ο νεαρός ηθοποιός υποδύεται με αισθαντικότητα και σπάνια υποκριτική ευελιξία τον Σβεντλοβίντοφ και χάρη στην εξαιρετική μάσκα που καλύπτει το νεανικό του πρόσωπο κατορθώνει να συμβιβάσει το φαινομενικά δίπολο που ελλοχεύει στο οξύμωρο. Με άλλα λόγια, ο Μάριο Χατζησάββας στην ηλικία ενός πρωτόβγαλτου ηθοποιού, όπως ο ίδιος, καλείται να ερμηνεύσει τον υπερήλικα έμπειρο ηθοποιό. Εντούτοις, η σκηνοθεσία της κ. Θωμαδάκη κατευθύνει με αρμονικούς βηματισμούς την ερμηνεία του κύριου Χατζησάββα, παρακάμπτοντας την υπερβολή των οξυμώρων που εμφανίζονται κατά τη διαδικασία.
Έτσι, ο λόγος του μονολογούντος προσώπου αποκτά ουσία κειμένου πολλαπλών αποδεκτών, τους οποίους ελέγχει ο ηθοποιός μέσω της σκηνοθεσίας. Επίσης, σε ορισμένες στιγμές, όπως για παράδειγμα η εκφώνηση αποσπασμάτων της μεγαλειώδους καριέρας του Σβεντλοβίντοφ (Βασιλιάς Ληρ, Οθέλλος, Άμλετ, κ.ο.κ), η σκηνοθεσία και εξ’ αυτής ο ηθοποιός οδηγούνται στην έμφαση και στον στόμφο ενός στιγμιαίου ρομαντισμού.
Σημειωτέον ότι ο νεαρός ηθοποιός Μάριο Χατζησάββας υπογραμμίζει ευθύβολα την ρομαντική εισβολή και δημιουργεί εν κατακλείδι μία προσωπική, ανυπέρβλητης αξίας, επιτυχία για τα πρώτα του βήματα στο δύσβατο δρόμο της δραματικής τέχνης.